Δέσποινα Ραφαήλ: «Στόχος μου είναι, μέσα από τη φωνή μου, ο κόσμος να θυμάται τα χρόνια της ξεγνοιασιάς»
Γράφει η Μίνα Μαύρου
Τη Δέσποινα Ραφαήλ τη γνώρισα μια βραδιά αφιερωμένη στην ποίηση. Σιωπηλή και χαμογελαστή μέσα στο λαλίστατο πλήθος, προς στιγμήν σκέφτηκα ότι, λόγω του νεαρού της ηλικίας, μάλλον θα ήταν συγγενής με κάποιον από τους συμμετέχοντες. Πόσο είχα γελαστεί, αλήθεια... Ήταν εκεί, για να ανέβει στη σκηνή, να πάρει το μικρόφωνο και να μας καθηλώσει!
Μετά από κάποιους μήνες, σε παρουσίαση δίσκου, θα έλεγα για εκείνην ότι "έρχεται, να μας θυμίσει εποχές που η Μοσχολιού τραγουδούσε ανεβασμένη στα σκηνικά του Δημόπουλου, εποχές που η Χωματά μεσουρανούσε ως νεοκυμματική ερμηνεύτρια!". Σήμερα, εν μέσω καραντίνας, μας παραχωρεί μία εφ' όλης της ύλης συνέντευξη για τη μέχρι τώρα πορεία της, μιλώντας για τα πρότυπά της, για την κατάσταση που επικρατεί στη μουσική παραγωγή, για τον πρώτο της προσωπικό δίσκο που θα κυκλοφορήσει σύντομα, αλλά και για το όνομα- φυλαχτό που πάντα κουβαλά μαζί της και την ευλογεί με ένα μοναδικό τρόπο...
Θα ξεκινήσω αυτή την κουβέντα με μία απορία- ανησυχία μου… Μας πληροφόρησες πριν από λίγες ημέρες, μέσα από την ιστοσελίδα σου στο facebook, ότι πλέον είσαι μια απόφοιτη του Τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Υπάρχει η παραμικρή σκέψη στο μυαλό σου να συνδυάσεις αυτές τις δύο αγάπες ή να παραμερίσεις τη μία έναντι της άλλης;
Μέσα στο μυαλό μου επικρατεί η σκέψη να συνδυάσω φιλολογία και τραγούδι. Άλλωστε δε θα έλεγα ότι αυτά τα δύο αντικείμενα είναι παράταιρα μεταξύ τους· το αντίθετο μάλιστα. Μουσική και λόγος συνδέονται με άρρηκτους δεσμούς. Εντούτοις, δεν πιστεύω ότι είναι απλό να κάνεις δύο ή τρία ή και παραπάνω πράγματα μαζί, καθώς τις περισσότερες φορές, το ένα μπορεί να σου αντλήσει πολλή ενέργεια και να σε απορροφήσει, με αποτέλεσμα να μείνεις πίσω στο άλλο. Οι ισορροπίες είναι εύθραυστες, γι' αυτό πάντοτε είναι απαραίτητος ένας καλός σχεδιασμός και μία ιεράρχηση των στόχων σου. Δεν είναι δυνατόν να απαιτείς από τον εαυτό σου να ξεχωρίζεις παντού! Αναπόφευκτα, σε ένα αντικείμενο θα αφιερωθείς λίγο παραπάνω και αυτό θα υπερτερήσει. Βέβαια, τα σύγχρονα δεδομένα και οι δύσκολοι καιροί που ζούμε μας αποδεικνύουν περίτρανα ότι ο άνθρωπος καλείται να είναι πολυπράγμων, για να επιβιώσει. Ειδικά ο μουσικός ή ο τραγουδιστής αδυνατεί πλέον να βιοποριστεί αποκλειστικά και μόνο από το συγκεκριμένο επάγγελμα. Επομένως, το ιδανικό για 'μένα θα ήταν να αποκτήσω μία -όσο το δυνατόν- μεγαλύτερη οικονομική σταθερότητα μέσω της διδασκαλίας, γεγονός που θα μου προσφέρει μία σχετική ανεξαρτησία ως προς τον καθορισμό των καλλιτεχνικών μου επιλογών.
Πότε αλήθεια πήρες το πρώτο χειροκρότημα;
Αν δε με απατά η μνήμη μου, το παρθενικό μου χειροκρότημα το πήρα στα πέντε μου χρόνια· στην πρώτη παράσταση χορού, στην οποία συμμετείχα ως μαθήτρια της Σχολής του Φωκά Ευαγγελινού. Εκεί σπούδασα κλασσικό μπαλέτο και μοντέρνο έως τα δεκαοχτώ μου χρόνια. Όσον αφορά στο τραγούδι, το πρώτο χειροκρότημα το πήρα σε μία σχολική γιορτή, στη Δευτέρα Δημοτικού.
Πώς ένιωσες; Ποια ήταν η συνέχεια;
Ένιωσα ότι ήθελα να βγαίνω και να ξαναβγαίνω στη σκηνή. Όλη αυτή η ενέργεια του κοινού, το συναίσθημα ότι προσφέρεις χαρά και ικανοποίηση στους άλλους, έκαναν να φωλιάσει μέσα μου η λαχτάρα για την τέχνη. Ποια τέχνη βέβαια; Του χορού; Του τραγουδιού; Για να μιλήσω αληθινά, η αρχική μου επιθυμία ήταν να γίνω χορεύτρια. Με τον καιρό, όμως, έχοντας αλλάξει πολλές φορές γνώμη, ξεκαθάρισε μέσα μου η ανίατη αγάπη για τη μουσική. Το 2015, λοιπόν, παράλληλα με την είσοδό μου στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, ξεκινάει και το ταξίδι στο μουσικό χώρο. Τότε γνωρίζομαι με τον μουσικό παραγωγό και τραγουδοποιό Μωυσή Ασέρ, ο οποίος, με τη σειρά του, με φέρνει σε επαφή με αξιόλογους καλλιτέχνες. Αυτό ήταν! Από εκεί και πέρα, ο μίτος της τραγουδιστικής μου πορείας άρχισε να ξετυλίγεται.
Η φωνή σου έχει τόσο επιβλητική δωρικότητα και αυθεντικότητα, που ταξιδεύει τον ακροατή στην εποχή της αθωότητας και, αν θέλεις, του ονείρου. Το γεγονός αυτό σε έχει εγκλωβίσει ως προς το ρεπερτόριο που επιλέγεις ή αποτελεί το δικό σου εφαλτήριο, για να ξεδιπλώσεις αυτό που κουβαλάς;
Σε καμία περίπτωση δε θα έλεγα ότι με εγκλωβίζει αυτό. Αντιθέτως, είναι πραγματική ευτυχία για 'μένα να με προσεγγίζει ο κόσμος και να μου λέει ότι με τη φωνή μου ταξίδεψε, ονειρεύτηκε, ερωτεύτηκε, θυμήθηκε χρόνια ξέγνοιαστα και αγνά. Αυτός είναι ο στόχος μου. Αυτός θεωρώ είναι και ο στόχος της μουσικής και της τέχνης γενικότερα. Να ανασύρει τα ανώτερα και τα ευγενέστερα συναισθήματα του ανθρώπου. Βαθύτερη επιθυμία μου, λοιπόν, είναι να μεταγγίσω στο προσωπικό μου ρεπερτόριο, όλη εκείνη την αθωότητα του παρελθόντος, το σύνολο των ηθών και των ιδανικών που έχουν ζυμωθεί στην ψυχή μου- μέσω της οικογένειάς μου, των μουσικών ακουσμάτων και των ιστοριών των παλιών- και να τα μεταπλάσω σε σύγχρονο τραγούδισμα. Σε τραγούδισμα που ανταποκρίνεται στις σημερινές ανάγκες, σε έναν κόσμο αρκετά διαφορετικό από αυτόν του παρελθόντος. Έτσι, χτίζεται, νομίζω, ο χαρακτήρας του τραγουδιστή, έτσι δημιουργείται το δικό του προσωπικό στίγμα. Όποιος κατορθώνει να πραγματοποιήσει τον ιδιότυπο αυτόν συνδυασμό, είναι κατ' εμέ ένας επιτυχημένος τραγουδιστής.
Επειδή σε έχω δει σε live, έχω να παρατηρήσω ότι, αν και τόσο νέα, μου θυμίζεις εκείνες τις παλιές ερμηνεύτριες που, δίχως φιοριτούρες και μόνο με την ανεπιτήδευτη φωνή τους, μάθαιναν τον κόσμο τι σημαίνει αληθινό τραγούδι. Με ποιο τρόπο έχουν ριζώσει μέσα σου και σε καθοδηγούν;
Καίριο ρόλο έπαιξαν τα ακούσματα που κουβαλώ από το σπίτι. Η δισκοθήκη μας ήταν πάντοτε πλούσια και περιελάμβανε ποικίλα είδη· από λαϊκή μουσική μέχρι ξένη ροκ και τζαζ. Η μεγαλύτερή μου αγάπη, ωστόσο, ήταν και εξακολουθεί να είναι το λαϊκό τραγούδι. Θυμάμαι, για παράδειγμα, όταν ήμουν 8 χρονών και ο πατέρας μου είχε αγοράσει ένα δίσκο της Ρένας Κουμιώτη, τον οποίο κυριολεκτικά είχα “λιώσει”. Αγαπώ τη δωρικότητα, τη στιβαρότητα και την αυθεντικότητα των φωνών της Σωτηρίας Μπέλλου και της Βίκυς Μοσχολιού, τη θεατρικότητα και το ιδιαίτερο μέταλλο της Μαρίκας Νίνου, τους ελιγμούς και τα περίτεχνα τσακίσματα των φωνών της Πόλυς Πάνου και της Καίτης Γκρέυ. Τσακίσματα και γυρίσματα, όμως, τα οποία γίνονταν εκεί που έπρεπε και όσο έπρεπε. Οι ερμηνεύτριες αυτές γνώριζαν να τραγουδούν τον πόνο με υπερηφάνεια και αρχοντιά, χωρίς υπερβολικούς συναισθηματισμούς και ανούσια “κλάματα”. Μελετώντας τις συγκεκριμένες τραγουδίστριες, θέλω να πιστεύω ότι έχω ενσωματώσει στην ερμηνεία μου αρκετά από τα χαρακτηριστικά που θαυμάζω. Αυτό, βέβαια, δε σημαίνει ότι η μελέτη σταματάει εκεί. Πάντα κάτι καινούργιο μαθαίνεις και ανακαλύπτεις, πάντα εξελίσσεσαι.
Ποιο είναι το ζητούμενο για 'σένα σε 10 χρόνια από σήμερα;
Το ζητούμενο για 'μένα είναι να έχω διαμορφώσει μέχρι τότε μία χαρακτηριστική, ερμηνευτική ταυτότητα και ένα αξιόλογο, προσωπικό ρεπερτόριο. Θέλω να ακούει ο κόσμος τραγούδια μου στο ραδιόφωνο και να τα αναγνωρίζει αμέσως. Να λέει: “Αυτή είναι η Δέσποινα Ραφαήλ”.
Αυτό που παρατηρώ είναι ότι βγαίνω εμπειρότερη και δυνατότερη μετά από κάθε συνεργασία. Το στούντιο είναι μία πολύ δύσκολη υπόθεση- θα έλεγα- πιο δύσκολη κι από μία ζωντανή εμφάνιση, καθώς δεν βρίσκεσαι μπροστά σε κοινό, για να εισπράξεις την αύρα του και να εμπνευστείς. Εκεί είσαι μόνος σου. Οφείλεις να επιστρατεύσεις όλη σου την φαντασία και τα βιώματά σου για να αισθανθείς, να αποδώσεις κι έπειτα να μεταδώσεις ένα τραγούδι. Επομένως, κάθε φορά που συμμετέχω σε μία νέα δισκογραφική δουλειά, συνειδητοποιώ ότι ανακαλύπτω συνεχώς άγνωστες πτυχές του εαυτού μου και δυνατότητες, τις οποίες πρωτύτερα δεν είχα σκεφτεί ότι υπάρχουν καν. Μαθαίνω πώς πρέπει να προσεγγίζω ένα κομμάτι, πώς πρέπει να λέω το στίχο. Καθοριστικό ρόλο στη διαδικασία αυτή, παίζουν οι δημιουργοί, οι οποίοι, μέσω κατευθυντηρίων γραμμών, σε βοηθούν να βγάλεις τον καλύτερο εαυτό σου. Ο καθένας έχει κάτι ξεχωριστό να σου δώσει και ειλικρινά νιώθω ότι έχω πάρει πολλά από τους συνθέτες και τους στιχουργούς με τους οποίους έχω συνεργαστεί έως τώρα. Τους ευχαριστώ πολύ!
Είσαι υπέρμαχος του βινυλίου, του δίσκου-cd ή συμβιβάζεσαι με την ηλεκτρονική κυκλοφορία κομματιών;
Ζούμε στην εποχή της τεχνολογίας και της πληροφορίας. Αυτό είναι μία αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα. Είτε σε κάποιους μας αρέσει είτε όχι, το διαδίκτυο είναι το μέσο που επικρατεί στη διάδοση νέων κυκλοφοριών. Κάτι τέτοιο, εντούτοις, θεωρώ ότι είναι δίκοπο μαχαίρι!
Αφενός, κάθε καλλιτέχνης έχει τη δυνατότητα με το πάτημα ενός κουμπιού να αναρτήσει το νέο του δημιούργημα και να το προσφέρει δωρεάν σε πλήθος ανθρώπων, αφετέρου έχουν εκλείψει τα δισκοπωλεία, στα οποία συνήθιζε να εργάζεται πολύς κόσμος. Επιπλέον, μέσω των πωλήσεων των δίσκων, αμείβονταν οι συντελεστές τους. Κι ενώ θα περιμέναμε όλοι εμείς να ακούγονται ευρύτερα τα τραγούδια μας, κάτι τέτοιο δυστυχώς δε συμβαίνει. Άρα κάτι πάει λάθος. Εγώ προσωπικά το αποδίδω στο γεγονός ότι και η τόσο μεγάλη διαθεσιμότητα βλάπτει και κουράζει τον κόσμο. Νομίζω είναι ίδιον της ψυχολογίας του ανθρώπου να μην εκτιμά ιδιαίτερα αυτό που ξέρει ότι μπορεί να έχει ανά πάσα στιγμή. Γνωρίζεις ότι ανοίγοντας το κινητό σου ή τον υπολογιστή σου, μπορείς να βρεις το οτιδήποτε στο λεπτό: οποιοδήποτε τραγούδι θες, οποιαδήποτε πληροφορία αναζητάς.
Ας αναλογιστούμε πώς ήταν τα πράγματα όταν δεν υπήρχε το διαδίκτυο. Ένας μαθητής, για παράδειγμα, προκειμένου να κάνει μία εργασία, έπρεπε να τρέξει οπωσδήποτε στην κοντινότερη βιβλιοθήκη, για να βρει τη γνώση που του ήταν απαραίτητη. Το ίδιο ακριβώς συνέβαινε και με τη μουσική. Συνηθίζω να ακούω με μεγάλη έκπληξη ιστορίες από τον πατέρα μου ή τον παππού μου για τη χαρά που τους δημιουργούσε η αγορά ενός καινούργιου δίσκου (βινύλιο παλαιότερα, cd αργότερα). Άκουγαν ένα τραγούδι στο ραδιόφωνο και, αν τους άρεσε, έτρεχαν να το αναζητήσουν. Όταν πια το έβρισκαν, μαζευόταν η οικογένεια τριγύρω απ' το πικάπ και άκουγε με ενθουσιασμό.
Είναι περιττό να πούμε ότι αυτό, ιδίως οι νεότερες γενιές, δεν το ζουν πια. Νομίζω ότι έχουμε χάσει τη φλόγα μας και την λαχτάρα μας για καθετί καινούργιο, όπως επίσης και για τη μαγεία της αναζήτησης. Τα θεωρούμε όλα δεδομένα, γι' αυτό και δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε την ουσία της ύπαρξής τους. Ό,τι συμβαίνει και στον έρωτα, στη φιλία και εν γένει στις ανθρώπινες σχέσεις.
Παρ' όλα αυτά, δεν είμαι πολέμια της ηλεκτρονικής κυκλοφορίας των τραγουδιών. Άλλωστε όλα τα κομμάτια που έχω τραγουδήσει, έχουν κυκλοφορήσει και με τους δύο τρόπους, δηλαδή και σε δίσκο-cd και διαδικτυακά. Πιστεύω όμως ότι όλοι οι καλλιτέχνες οφείλουν να διεκδικήσουν μία αλλαγή στον τρόπο λειτουργίας ορισμένων ιστοτόπων, όπως του YouTube. Θα μπορούσαν, επί παραδείγματι, τα βίντεο να είναι κλειδωμένα και να απαιτείται κάθε φορά ένα αμελητέο ποσό, προκειμένου να τα δει και να τα ακούσει κάποιος. Με αυτόν τον τρόπο, θα αμείβονται οι δημιουργοί και οι τραγουδιστές και ενδεχομένως το γεγονός αυτό θα ωθήσει τον κόσμο να προτιμά καλύτερα την αγορά ολόκληρου του δίσκου.
Οι πληροφορίες μου λένε ότι ετοιμάζεις μία νέα δισκογραφική δουλειά με τον Βαγγέλη Μαχαίρα. Μπορείς να μας δώσεις μία πρόγευση;
Υποθετικό σενάριο: Αύριο με ένα μαγικό τρόπο λήγει ο εφιάλτης του κορωνοϊού. Ποια είναι η πρώτη ενέργεια που κάνεις και σε ποιον συνθέτη ή στιχουργό τηλεφωνείς, για να προτείνεις συνεργασία;
Προς το παρόν, είμαι επικεντρωμένη στον προσωπικό δίσκο, ο οποίος αναμένεται να κυκλοφορήσει. Όταν με το καλό λήξει η βασανιστική αυτή περίοδος, έχουμε σκοπό να κάνουμε κάποιες εμφανίσεις προκειμένου να προωθήσουμε τη νέα μας δουλειά. Θα επιθυμούσα παρ' όλα αυτά, στο εγγύς μέλλον κάποια συνεργασία με τον σπουδαίο Χρήστο Λεοντή. Θα ήταν μεγάλη μου τιμή!
Και... επειδή διανύουμε περίοδο πανδημίας, που η ευαισθησία, η ανθρωπιά και η αγάπη, είναι ζητούμενα … θέλω να μας πεις για μία ακόμη φορά το «Ραφαήλ» από πού έχει προέλθει και τι σημαίνει για 'σένα…
Η αύρα και η ευχή της μαμάς σου πάντα μαζί σου, Δέσποινα. Σου εύχομαι από καρδιάς ό,τι καλύτερο για τη συνέχεια!
Ευχαριστώ πάρα πολύ! Καλή συνέχεια και δύναμη να έχουμε όλοι μας!
Σχολιάστε