Βασίλης Ξενόπουλος: «Δεν μου αρέσει να βάζω ταμπέλες. Nιώθω το ίδιο οικεία, όταν παίζω ethnic, latin, soul και funk μουσική»
Γράφει η Αρετή Κοκκίνου
Το να είσαι Έλληνας, γεννημένος στην Αθήνα, να κάνεις έναρξη διεθνούς καριέρας στα 19 σου, ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ορχήστρας Jazz Νέων και ως διακεκριμένος σπουδαστής του Berklee College of Music, καταφέρνοντας στην πορεία να βρίσκεσαι στην αφρόκρεμα των jazz μουσικών της βρετανικής και ευρωπαϊκής σκηνής, σίγουρα δεν αποτελεί συνηθισμένη περίπτωση. Αυτή ακριβώς, λοιπόν, είναι η περίπτωση του διεθνώς καταξιωμένου σαξοφωνίστα Βασίλη Ξενόπουλου.
Αφορμή της συγκεκριμένης συνέντευξης ο νέος του δίσκος "Dexterity"(=επιδεξιότητα), με όνομα που συνιστά ένα ωραιότατο λογοπαίγνιο στα αγγλικά και παραπέμπει στον σπουδαίο Dexter Gordon. Περιλαμβάνει εκτελέσεις λιγότερο γνωστών συνθέσεων του μεγάλου σαξοφωνίστα και, εκτός από τον Βασίλη Ξενόπουλο, συμμετέχουν κορυφαίοι Βρεττανοί jazz μουσικοί.
Το ξέσπασμα της πανδημίας ματαίωσε μια σειρά από παρουσιάσεις και συναυλίες. Ο νεκρός, συναυλιακά, χρόνος, ωστόσο, αξιοποιείται από το Βασίλη Ξενόπουλο δημιουργικά, με μελέτη και προετοιμασία νέου υλικού.
Σε παλαιότερες συνεντεύξεις σας διάβασα πως, ενώ από την ηλικία των 9 σπουδάζατε κλαρινέτο και πιάνο, γνωρίσατε τη jazz και συγκεκριμένα τον Dexter Gordon στην ηλικία των 14. Πώς συνέβη αυτή η συγκυρία σε μια Αθήνα, όπου η jazz μουσική στο σύνολό της προοριζόταν (και προορίζεται ίσως ακόμη) για ειδικό κοινό; Ποιο ήταν το στοιχείο στο άκουσμα που “άναψε τη σπίθα” και σας έστρεψε προς τη μουσική αυτή;
Για να τα βάλουμε σε χρονολογική σειρά, ξεκίνησα να παίζω πιάνο και κλαρινέτο στην ηλικία των 9-10 και εκεί γύρω στα 13 με 14 ξεκίνησα να παίζω σαξόφωνο και είχα την πρώτη μου επαφή με τη τζαζ. Κάθε μουσικό όργανο έχει μια ιδιαίτερη παράδοση πάνω σε κάποιο στυλ. Στο rock για παράδειγμα το όργανο αυτό είναι η ηλεκτρική κιθάρα ή στην κλασσική μουσική όργανα, όπως το βιολί και το πιάνο.
Στην τζαζ το σαξόφωνο θεωρείται ένα τα κυριότερα όργανα, αν όχι το κυριότερο, συγκριτικά πάντοτε με όσα έχουν συμβεί στην ιστορία αυτού του στυλ. Οπότε μία λογική εξέλιξη των πραγμάτων, από τη στιγμή που επέλεξα να παίξω σαξόφωνο, θα ήταν να αρχίσω να ακούω ηχογραφήσεις από την ιστορία της τζαζ. Ο πρώτος δίσκος που πιστεύω με έκανε να αγαπήσω αυτό το στυλ, σε βαθμό να θέλω να αφιερώνω όλες τις ώρες της ημέρας για να μελετώ σαξόφωνο, ήταν η ιστορική ηχογράφηση με τις ορχήστρες του Duke Ellington και του Count Basie να παίζουν για πρώτη φορά μαζί. Το συναίσθημα που ένιωσα, ακούγοντας αυτό το δίσκο ήταν πολύ δυνατό και κάτι μέσα μου με έσπρωξε στο να θέλω να ανακαλύψω περισσότερα για αυτή τη μουσική.
Μιας και είμαστε στο κλίμα της αναπόλησης των πρώτων βημάτων στη σκηνή, τι έχετε να θυμάστε από την πρώτη σας live εμφάνιση στην Ελλάδα και το εξωτερικό;
Δύσκολο να θυμηθώ το πρώτο live στην Ελλάδα, γιατί κατά πάσα πιθανότητα θα ήταν με κάποια μαθητική μπάντα στο Γυμνάσιο. Μπορώ όμως να θυμηθώ την πρώτη φορά που έπαιξα στο ιστορικό jazz club «Παράφωνο» με το Τρίο του Γιώργου Κοντραφούρη. Πρέπει να ήμουν γύρω στα 18 και είχα απίστευτο άγχος, καθώς το συγκεκριμένο τρίο ήταν ένα από τα καλύτερα σχήματα στην ελληνική σκηνή της τζαζ εκείνη την εποχή. Εκτός Ελλάδας μπήκα κατευθείαν στα βαθειά, καθώς οι πρώτες μου εμφανίσεις στο εξωτερικό έγιναν σε ηλικία 19 ετών, όταν για περίπου ένα μήνα έκανα περιοδεία με την Ευρωπαΐκή Ορχήστρα Jazz Nέων σε πολλές χώρες της Ευρώπης.
Η αγάπη και ο θαυμασμός προς τον μεγάλο σαξοφωνίστα αποτυπώθηκε και στην πιο πρόσφατη από τις δουλειές σας με τίτλο “Dexterity”. Η επιλογή να παρουσιάσετε με το προσωπικό σας παίξιμο μερικές από τις λιγότερο γνωστές συνθέσεις του είχε συναισθηματικό tribute χαρακτήρα ή αποτελούσε κάποιο είδος ελκυστικής καλλιτεχνικής πρόκλησης;
Νομίζω πως είναι συνδυασμός και των δύο. Στο πρώτο σκέλος όσον αναφορά στο αν είναι συναισθηματικό tribute θα έλεγα πως ναι, αλλά όχι με τη συμβατική έννοιά του, αλλά πιο πολύ σαν αφιέρωμα στη μελωδικότητα ενός από τους πιο σημαντικούς καλλιτέχνες στην ιστορία της τζαζ. Στο δεύτερο σκέλος της ερώτησης θα συμφωνήσω πως σίγουρα αποτελεί τεράστια πρόκληση για κάθε μουσικό, όταν αποφασίζεις να κάνεις ένα εγχείρημα τέτοιου τύπου. Το μεγάλο καλλιτεχνικό στοίχημα εδώ είναι να καταφέρεις να μπεις στο πνεύμα της ιστορικής φυσιογνωμίας, στην οποία κάνεις το αφιέρωμα, αλλά ταυτόχρονα να μην αλλοιωθεί η δική σου καλλιτεχνική υπόσταση.
Ας σταθούμε λίγο ακόμα στο “Dexterity”. Θα θέλατε να μας πείτε δυο λόγια παραπάνω, εκτός των αναφερόμενων στο δελτίο Τύπου για τους (κορυφαίους πραγματικά) συνεργάτες που επιλέξατε για το συγκεκριμένο album;
Είμαι πολύ τυχερός, που συνεργάζομαι με μερικούς από τους πιο σπουδαίους μουσικούς στη Μεγάλη Βρετανία εδώ και κάποια χρόνια. Όλοι τους έχουν συμμετάσχει στα κυριότερα Τζαζ Φεστιβάλ σε όλο τον κόσμο, καθώς και αποτελούν μόνιμα μέλη του ιστορικού Jazz Club Ronnie Scott's.
Το προσωπικό σας στυλ, όπως δηλώνετε ο ίδιος και μπορούν να διακρίνουν οι γνώστες της jazz, βρίσκεται κοντά στην straight ahead jazz. Φλερτάρατε ποτέ με την ιδέα επέκτασης σε άλλα ιδιώματα όσον αφορά στο προσωπικό σας στίγμα; Πιστεύετε εν γένει ότι ο επιτυχημένος σολίστας οφείλει να ειδικεύεται πάνω στο στυλ που μελετά και υπηρετεί, για να διακριθεί;
Το να παίζω τζαζ με straight ahead χαρακτήρα είναι κάτι πολύ οικείο για εμένα, καθώς έχω αφιερώσει το μεγαλύτερο κομμάτι της μελέτης μου πάνω σε αυτό το στυλ. Ωστόσο, δεν μου αρέσει να βάζω ταμπέλες όχι μόνο στον εαυτό μου αλλά και σε άλλους μουσικούς. Μου έχει τύχει πολλές φορές να νιώσω το ίδιο οικεία, παίζοντας και άλλα στυλ μουσικής όπως το ethnic το latin τη soul και το funk. Πολλές φορές ονειρεύομαι πώς θα ήταν η ζωή μου, εάν είχα παραπάνω ώρες μέσα στην ημέρα, έτσι ώστε να μπορέσω να εμβαθύνω σε κάθε στυλ ξεχωριστά. Το λέω αυτό, διότι, για να εκπροσωπήσεις ένα ιδίωμα στο υψηλότερο επίπεδο, χρειάζεται πολλά χρόνια μελέτης, έτσι ώστε να καταφέρεις να αφομοιώσεις τη γλώσσα και τις διάφορες τεχνικές.
Με ποιο τρόπο νιώθετε ότι έχει εξελιχθεί το παίξιμό σας και το σκεπτικό σας πάνω στη μουσική από την αρχή της καριέρας σας μέχρι σήμερα;
Η αλήθεια είναι πως δεν μου αρέσει να μιλάω ο ίδιος για το παίξιμό μου, γιατί θεωρώ ότι είναι δουλειά του κοινού. Αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά είναι πως, με τα χρόνια, κάποια βασικά στοιχεία στη μουσική που παίζω, όπως ο ήχος, το phrasing και η ανάπτυξη των ιδεών στον αυτοσχεδιασμό είναι πιο ώριμα σε σχέση με παλαιότερα. Έτσι τουλάχιστον μου λένε πολλοί συνεργάτες μου που με ξέρουν για χρόνια. Πιστεύω τα τρία πράγματα που βοηθούν στην ωρίμανση ενός τζαζ μουσικού είναι πρώτον να μελετάς συνέχεια καινούργια πράγματα, δεύτερον να μην επαναπαύεσαι ποτέ με όσα έχεις πετύχει στο όργανό σου και τρίτον να έχεις πολλές ώρες “πτήσης” πάνω στο stage.
Στο παρελθόν έχετε αναφέρει, ότι “... υπάρχουν εξαιρετικοί Έλληνες μουσικοί κ ελληνικά γκρουπ πολύ υψηλού επιπέδου, τα οποία μπορούν να σταθούν σε οποιοδήποτε jazz club ή Φεστιβάλ σε Ευρώπη και Αμερική.(JAZZBLUESROCK.GR, Ευθύμης Παρράς Δεκέμβριος 2019)” . Πέραν των μουσικών δεξιοτήτων, έχοντας συνεργαστεί με κορυφαίους δεθνείς μουσικούς της jazz, διακρίνετε διαφορές στη νοοτροπία και στο ταμπεραμέντο των Ελλήνων και των Βρετανών;
Η λέξη ταμπεραμέντο πολλές φορές μπορεί να παρεξηγηθεί με λάθος σημασία και ενίοτε να δημιουργήσει διάφορα στερεότυπα του τύπου «οι βόρειοι λαοί παίζουν πιο ψυχρά και οι νότιοι πιο θερμά» κ.τ.λ.
Η γνώμη μου είναι πως, με τον ερχομό του internet και όλων των πλατφορμών, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πολλές από τις διαφορές που μπορεί να παρατηρούσαμε στο παρελθόν μεταξύ κρατών, έχουν κάπως εξισωθεί και το ίδιο βέβαια συμβαίνει και στη μουσική. Επίσης πιστεύω πως κάθε νέος μουσικός που σέβεται τον εαυτό του πρέπει να έχει την ίδια νοοτροπία και σοβαρότητα, όταν έρχεται η ώρα της μελέτης στο όργανό του και δεν έχει μεγάλη σημασία η χώρα καταγωγής του.
Στην Ελλάδα ο καλλιτεχνικός κόσμος έχει πληγεί ιδιαίτερα από την παγκόσμια επιδημία του κορωνοιού. Πώς εισπράττετε τις επιπτώσεις στη διεθνή καλλιτεχνική σκηνή από την δική σας οπτική ;
Ειλικρινά, αυτό που συμβαίνει με τον κορονοϊό παγκοσμίως είναι πρωτόγνωρο! Όλοι οι καλλιτέχνες έχουμε επηρεαστεί άμεσα από τις επιπτώσεις του ιού, γιατί αυτό που κάνουμε είναι απολύτως συνυφασμένο με την προσέλευση του κοινού στα διάφορα venues, όπως θέατρα, τζαζ κλαμπ, μπαρ κ.τ.λ. Εξίσου ανησυχητικό είναι ότι κανείς δε γνωρίζει πότε θα επιστρέψει ο καλλιτεχνικός χώρος στην κανονικότητα. Αυτό όμως που παρατηρώ σε όλα τα κοινωνικά δίκτυα είναι το μαχητικό πνεύμα όλων των συναδέλφων μου στο χώρο της μουσικής, καθώς είναι χιλιάδες καθημερινά οι αναρτήσεις σε όλες τις πλατφόρμες, με μουσικούς να παρουσιάζουν καινούργιες συνθέσεις, ενορχηστρώσεις ή έτσι απλά να δηλώνουν «παρών» με ένα όμορφο παίξιμο τους πάνω σε κάποιο γνωστό κομμάτι.
Τι νέο project περιμένουμε στη συνέχεια από εσάς; Η ατζέντα του καλοκαιριού περιελάμβανε αρκετές εμφανίσεις πριν από την πανδημία...
Είμαι σίγουρος πως κι εσείς συμφωνείτε ότι το 2020 δεν αποτελεί την καλύτερη χρονιά για κάποιο καινούργιο project. Ωστόσο, έχω χρησιμοποιήσει τον έξτρα χρόνο που έχει προκύψει στη ζωή μου, μετά την απαγόρευση των ζωντανών εμφανίσεων, στο να δουλέψω πάνω σε καινούργιες συνθέσεις μου καθώς και να εξελίξω κάποια πράγματα πάνω στο όργανό μου. Όλα αυτά μαζί κατά πάσα πιθανότητα θα αποτελέσουν το υλικό για μία καινούργια δισκογραφική δουλειά το 2021.
Σας εύχομαι τα καλύτερα...
Ευχαριστώ πολύ!
*Tο "Dexterity" και όλες οι προηγούμενες δισκογραφικές δουλειές του Βασίλη Ξενόπουλου πωλούνται διαδικτυακά στην σελίδα www.avjproductions.com
Σχολιάστε